Δευτέρα 9 Νοεμβρίου 2020

80 χρόνια από το έπος του 40


Της Καστρίτισσας δασκάλας Αρετής Καβάσσαλη – Αναστασοπούλου

80 χρόνια από την κήρυξη του ελληνοϊταλικού πολέμου.
 
Όμως η εθνική μας περηφάνια για τις ηρωικές σελίδες που γράφτηκαν τότε ξεθωριάζουν όλο και περισσότερο. Και αφήνουν αδιάφορη την ελληνική ψυχή. Μόνο η εκκλησία μας γιορτάζει την γιορτή (την Σκέπη Της Παναγίας) κάθε χρόνο με μεγάλη τιμή. Οι χαρμόσυνες καμπάνες καλούν τα παιδιά της να ευχαριστήσουν με ευγνώμονα γονατιστή ψυχή την Τηνιακή μας Παναγιά. Εκεί που πληγωμένη απ τον τορπιλισμό του πολεμικού μας πλοίου Έλλη ανήμερα στην γιορτή της τον 15Αυγουστο, έγινε για άλλη μια φορά η υπέρμαχος Στρατηγός. Με τα παντοδύναμα αόρατα φτερά της σκέπασε και δυνάμωσε τα νηστικά παγωμένα και άοπλα παιδιά της και τα στεφάνωσε με της νίκης τα στεφάνια.

 Και εγώ γυρνώντας από την εκκλησία μετά τη θεία λειτουργία και τη δοξολογία πηγαίνοντας προς το σπίτι μου το βλέμμα μου περιδιάβαινε τα μπαλκόνια των σπιτιών για να χαρούν τη γαλανόλευκη σημαία μας. Όμως τα περισσότερα ήταν αστόλιστα και φτωχά. Και εγώ συνειρμικά βρέθηκα στους παλιούς δοξασμένους εκείνους καιρούς. Και σκέφτηκα. Αν μπροστά σου, λέω αν, περνούσε τρέχοντας μασκαρεμένος και λαχανιασμένος ο σημαιοφόρος τσολιάς κρατώντας με λατρεία ψηλά τη σημαία φωνάζοντας αέρα… και κάνοντας τους Ιταλούς λαγούς, εγώ αληθινά αληθινά τί θα είχα να πω στο βλέμμα του το επικριτικό;έτσι με βαριά καρδιά συνέχισα τα βήματά μου προς το σπίτι μου αφού άλλωστε η εθνική γιορτή είχε τελειώσει εκεί. Στη συνέχεια μπαίνω μέσα και άκεφη για οτιδήποτε άλλο παίρνω ένα φλιτζάνι καφέ και πέφτω στον καναπέ παρέα με τις αναμνήσεις μου. 

Ήταν φθινόπωρο σαν τώρα και έχουν μείνει τόσο ζωντανά όλα στο νου και την καρδιά. Και ας έχουν περάσει τόσα χρόνια. Το πικροχάραμα εκείνης της σημαδιακής Δευτέρας της 28ης Οκτωβρίου, ένιωσα έντονα με τον παιδικό μου ψυχισμό το τρομερό γεγονός που μας διαλάλησαν οι χτύποι της Καμπάνας. Πόλεμος. Έχουμε πόλεμο. Και όλο το χωριό βρέθηκε στο πόδι. Όλοι νέοι, γεροί και παιδιά έτρεχαν και σαν τρελοί προς την πλατεία. Εκεί το μοναδικό ραδιόφωνο στο καφενείο μετέδιδε τον πρώτο πολεμικό ανακοινωθέν: "Σήμερον ώρα 5:30 πρωινή οι Ιταλοί ζήτησαν από την πατρίδα μας να της παραδώσει τα ιερά και τα όσια. Την τιμή και την Ελευθερία της και ο κυβερνήτης της Ελλάδος Ιωάννης Μεταξάς έδωσε τη, ηρωική ρωμαίικη απάντηση. Μία λέξη με τρία γράμματα αλλά με ψυχική δύναμη ατομικής βόμβας. Όχι. Έτσι η Ελλάς από σήμερον βρίσκεται σε εμπόλεμη κατάσταση με την Ιταλία"

Και το ηρωικό εκείνο, Όχι, έγινε τραγούδι και ο φθινοπωρινός αέρας το πήγε σε κάθε αιματοβαμμένη ελληνική γωνία και έκανε θεριό την κάθε ελληνική ψυχή και έφτασε και στο αγαπημένο μας Καστρί. 

Στην πλατεία ήταν όλοι εκεί. Οι λεβέντες χαιρετούσαν μανάδες γυναίκες παιδιά και τραγουδώντας ανέβαιναν στα φορτηγά χαρούμενοι λες και πήγαιναν σε πανηγύρι και οι γυναίκες μαζί με τα παιδιά και τους ανήμπορους χαιρετούσαν με βρεγμένα από τα δάκρυα μαντήλια και εύχονταν Η Παναγιά μαζί σας και με τη Νίκη. Όλοι τους δε, είχαν μεθύσει με την αγάπη της πατρίδας όπως τους είχε προτρέψει ο ελληνικός μας ο Εθνικός μας ποιητής Κωστής Παλαμάς: 
"τούτο το λόγο θα σας πω, 
δεν έχω άλλο κανένα,
 Μεθύστε με το αθάνατο 
κρασί του 21". 

 Μεθυσμένα δε, έτσι από τον πατριωτικό ενθουσιασμό όλα της Ελλάδος τα παλικάρια έφταναν στα χιονισμένα βουνά της Ηπείρου και της Αλβανίας, με απόφαση να τιμωρήσουν τον άνανδρο εχθρό. Και  έφτανε ως εκεί και η πύρινη προσευχή ολόκληρου του έθνους. 

Έτσι μαζί με την με την ακίνητη βοήθεια της Παναγιάς πέτυχε η Ελλάδα μας το θαύμα του 40. "Ένας λαός γονυκλινής προσεύχεται και ο στρατός προχωρεί προς τη νίκη" έγραφε μεταξύ άλλων ο Τίμος Μωραϊτίμης την 01/11/1940 στην εφημερίδα Έθνος. 

Τότε θυμάμαι κάθε απόβραδο στο Καστρί όλη η γειτονιά ήταν στον Άη Βλάση για την παράκληση στην Παναγία. Ακόμα ηχούν στα αυτιά μου τα γκουπ, γκουπ από τα κεφαλάκια των παιδιών στο δάπεδο που με το δικό τους τρόπο έκαναν την προσευχή τους στην Μεγαλόχαρη. Και ΕΚΕΙΝΗ έκανε το θαύμα της. Δεν άργησαν να ακουστούν πάλι οι καμπάνες. Τούτη την φορά όμως χαρούμενα για να αναγγείλουν τη νίκη: Πήραμε την Κορυτσά, τους Αγίους Σαράντα κλπ. Και η χαρά και υπερηφάνεια όλο και μεγάλωναν από τα δάφνινα στεφάνια. Όμως μεσολάβησαν από τότε τόσα πολλά και έχουν γίνει όλα τόσο διαφορετικά. 

Όμως οι δοξασμένες μνήμες του 40, όπως οι άλλες, ας παραμένουν ζωντανές και ας πάψουμε να μένουμε αδιάφοροι και ξένοι προς αυτές. Ας οδηγήσουμε ξανά τα βήματά μας στη σχολή του ηρωισμού και της Θυσίας. Έτσι θα νιώσουμε ποιοι είμαστε και ποιοι μπορούμε να γίνουμε. Μακάρι να ξεριζώσουμε τα ζιζάνια που μας πικραίνουν για να μεγαλώσει η αγάπη. Η αγάπη που γεμίζει φως και γαλήνη την ψυχή και κάνει ένα έθνος να Μεγαλουργεί.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου